Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

ΤΡΟΦΩΝΙΟΝ ΑΝΤΡΟΝ - Επαφή με τον υπερβατικό χώρο

Ο Τροφώνιος ήταν ένας μυθολογικός ήρωας για τον οποίο πιστευόταν ότι έχτισε το μαντείο και το ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Ο μύθος λέει ότι όταν τελείωσε την κατασκευή, συμβουλεύτηκε ο ίδιος το μαντείο των Δελφών, και όταν ρωτήθηκε τι θα ήθελε ως ανταμοιβή για την υπηρεσία του στο Θεό, εκείνος απάντησε: «Θέλω αυτό που είναι καλύτερο για τον άνθρωπο». Το μαντείο απάντησε ότι την Τρίτη μέρα ή επιθυμία του θα πραγματοποιούνταν και θα είχε αυτό που ήταν καλύτερο για τον άνθρωπο. Και έπειτα από τρεις ημέρες, την αυγή, ο Τροφώνιος βρέθηκε νεκρός. Το καλύτερο, λοιπόν, για τον άνθρωπο είναι να πεθάνει ή αν δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι ο χρησμός ήταν πέραν του δέοντος κυνικός, το καλύτερο βρίσκεται στα πεδία πέρα από το θάνατο η στον Άδη… ένας άλλος θρύλος λέει ότι τον Τροφώνιο «τον κατάπιε η γη στην Λιβαδειά». Όπως και να ‘χει το μαντείο των Δελφών έπειτα πρόσταξε να εγκαθιδρυθεί ή λατρεία του Τροφώνιου στη Λιβαδειά και να χτιστεί εκεί ένα μαντείο αφιερωμένο σε αυτόν. Και ήταν ένα υπόγειο μαντείο (αντίστοιχο ίσως με τα νεκρομαντεία που ήταν διάσπαρτα σε όλο τον αρχαίο κόσμο).

Ο Τροφώνιος ξεκίνησε να ιστορείται ως ήρωας (οι λεπτομέρειες της ιστορίας του δεν έφτασαν μέχρι εμάς), έπειτα να λατρεύεται ως ημίθεος και έπειτα ως θεός (πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι αντικατέστησε την λατρεία του Ερμή και κατά κάποιον τρόπο ταυτιζόταν με τον «υπόγειο Ερμή»).

Όμως, τι ακριβώς συνέβαινε στο μυστηριώδες Τροφώνιο Άνδρο;

Ο Παυσανίας -που συμβουλεύτηκε και ο ίδιος το μαντείο- μας διηγείται τα πάντα γι αυτό, ή, τέλος πάντων, όσα δεν ήταν απαγορευμένα να συζητηθούν: «Στο μαντείο γίνονται τα εξής: όταν κάποιος αποφασίσει να κατεβεί στον Τροφώνιο, πρώτα ζει καθορισμένες ημέρες σε οίκημα, το οποίο είναι αφιερωμένο στον αγαθό Δαίμονα και στην αγαθή Τύχη. Όσο ζει εκεί, και κατά τα άλλα μένει καθαρός και απέχει από θερμά λουτρά, λούζεται στον ποταμό Έρκυνα. Κρέατα έχει άφθονα από τις θυσίες, γιατί όποιος κατεβαίνει θυσιάζει και στον ίδιο τον Τροφώνιο, στα παιδιά του, καθώς και στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στον επονομαζόμενο Βασιλιά Δία, στην Ηνίοχη Ήρα και στη Δήμητρα, που την ονομάζουν Ευρώπη και λένε πως ήταν η τροφός του Τροφωνίου. Σε κάθε θυσία παρευρίσκεται μάντης, που εξετάζει τα σπλάχνα του σφαγίου και προλέγει σ' εκείνον που πρόκειται να κατέβει, αν ο Τροφώνιος θα τον δεχθεί με ευμένεια και καλοσύνη... Τη νύχτα που πρόκειται να κατέβει κανείς, θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη. Αν όλα τα σφάγια είναι ευνοϊκά και δείξουν όλα το ίδιο, τότε καθένας κατεβαίνει με καλές ελπίδες. Κάποιος, κατεβαίνει ως εξής:
Τον οδηγούν πρώτα τη νύχτα στον ποταμό Έρκυνα, τόν αλείφουν με λάδι και τον λούζουν δύο παιδιά των πολιτών, δεκατριών περίπου χρονών, που επονομάζονται Ερμές. Αυτά πλένουν όποιον θα κατέβει και τον βοηθούν σε ό,τι χρειάζεται. Κατόπιν οδηγείται τους ιερείς όχι αμέσως στο μαντείο, αλλά σε πηγές νερού που είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη.
Εδώ αυτός πρέπει να πιει το λεγόμενο Νερό της Λήθης, για να λησμονήσει όλα όσα σκεφτόταν προηγουμένως, έπειτα να πιει και το άλλο Λερό της Μνημοσύνης για να θυμάται όσο θα δει όταν κατέβει. Βλέπει το άγαλμα, πού λένε ότι είναι έργο του Δαιδάλου, που οι ιερείς δεν το παρουσιάζουν παρά μόνο σ' όσους πρόκειται να πάνε στον Τροφώνιο. Αφού δει το άγαλμα αυτό και το λατρεύσει και προσευχηθεί, έρχεται προς το μαντείο φορώντας λινό χιτώνα, ζωσμένο με ταινίες και φορώντας ντόπια υποδήματα.
Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος. Περιβάλλεται από κυκλικό κρηπίδωμα από λευκό μάρμαρο, η περιφέρεια του είναι όσο ένα μικρό αλώνι και το ύψος του λιγότερο από δύο πήχεις. Πάνω στο κρηπίδωμα είναι στημένοι πάσσαλοι, χάλκινοι και αυτοί και οι ζώνες που τους συνδέουν, και διαμέσου αυτών υπάρχει πόρτα. Μέσα στον περίβολο υπάρχει άνοιγμα γης, όχι φυσικό, αλλά χτισμένο με μεγάλη τέχνη και αρμονία. Το οικοδόμημα αυτό έχει σχήμα φούρνου... Για να κατέβει κανείς στο βάθος δεν έχει χτιστή σκάλα, αλλά όταν κανείς έρχεται στον Τροφώνιο του φέρνουν μια σκάλα στενή κι ελαφριά. Στο βάθος υπάρχει τρύπα ανάμεσα στο δάπεδο και στο οικοδόμημα... "Αυτός λοιπόν που κατεβαίνει, ξαπλώνει ανάσκελα στο έδαφος κρατώντας γλυκά ζυμωμένα με μέλι (μελόπιτες) και βάζει πρώτα μέσα στην τρύπα τα πόδια του για να μπει μετά και ο ίδιος. Αν τα γόνατα του βρεθούν μέσα στην τρύπα, το υπόλοιπο σώμα τραβιέται αμέσως ακολουθώντας τα γόνατα, όπως ο μεγαλύτερος και γρηγορότερος ποταμός μπορεί να ρουφήξει τον άνθρωπο που τον άρπαξε με τη δίνη του. (!!)
Έπειτα, για όσους βρεθούν στο άδυτο, δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να μάθουν το μέλλον, αλλά άλλος βλέπει και άλλος ακούει. Όσοι κατεβαίνουν γυρίζουν πίσω από το ίδιο στόμιο, και βγάζοντας πρώτα τα πόδια, ξεβράζονται έξω.

Λένε πως κανένας απ' όσους κατέβηκαν δεν πέθανε, εκτός από κάποιον δορυφόρο του Δημητρίου. Αυτός δεν έκανε όσα προβλέπουν οι κανονισμοί του ιερού, ούτε κατέβηκε για μαντεία, αλλά πήγε με την ελπίδα να πάρει ασήμι και χρυσάφι από το άδυτο. Λέγεται ότι το πτώμα του φάνηκε σε άλλο μέρος και δεν βγήκε από το ιερό στόμιο. Λένε κι άλλα για τον άνθρωπο αυτόν, αλλά ανέφερα τα πιο αξιόλογα.
Όποιον ανεβαίνει από τον Τροφώνιο τον παίρνουν πάλι οι ιερείς και τον καθίζουν στον λεγόμενο θρόνο της Μνημοσύνης, που βρίσκεται κοντά στο άδυτο. Αφού καθίσει τον ρωτούν για όσα είδε και έμαθε, και αφού τα πληροφορηθούν τον παραδίδουν στους δικούς του, που τον παίρνουν και τον μεταφέρουν στο οίκημα όπου έμενε προηγουμένως, κοντά στην αγαθή Τύχη και στον αγαθό Δαίμονα, ενώ αυτός έχει χάσει το γέλιο του και κατέχεται ακόμη από μεγάλο φόβο και δεν γνωρίζει ούτε τον εαυτό του ούτε τους γύρω του. Αργότερα όμως, ανακτά και άλλα και τη φρόνηση στον βάθρο που την είχε και πριν, και επανέρχεται το γέλιο του.
Γράφω αυτά, όχι επειδή τα άκουσα, αλλά και άλλους είδα και εγώ ο ίδιος έκανα χρήση του Τροφωνίου. Όσοι κατεβαίνουν στο Τροφώνιο είναι ανάγκη να αφιερώσουν, γραμμένα σε πινακίδα, όσα άκουσε ή είδε ο καθένας...».

Φαντάζομαι μια ολόκληρη βιβλιοθήκη από πινακίδες, στις οποίες είναι καταγεγραμμένες ατελείωτες ιστορίες παράξενων εμπειριών και αποκαλύψεων για το μέλλον, μια βιβλιοθήκη που -φυσικά- αγνοείται η τύχη της, ούτε την έχει αναζητήσει ποτέ κανείς.

Ο Φιλόστρατος, επίσης, μας διηγείται πολλά για το Τροφώνιο Άνδρο, και μεταξύ άλλων μας λέει ότι η υπόγεια εμπειρία του επισκέπτη συμπεριλάμβανε και επαφές με «ερπετά»:
«Το σπήλαιο στη Λιβαδειά είναι αφιερωμένο στον Τροφώνιο, τον γιο του Απόλλωνα, και εκεί μπορούν να εισέλθουν μόνο όσοι μείνουν εκεί για να πάρουν χρησμό, και το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει λίγο πιο πάνω απ' αυτόν, στον λόφο, και είναι κλεισμένο από σιδερένια κάγκελα που το περικυκλώνουν. Για να κατέβεις σε αυτό, πρέπει να καθίσει κάτω και να τραβηχτείς απότομα εκεί μέσα. Εκείνοι που εισέρχονται εκεί, είναι ντυμένοι με λευκά ρούχα και κρατούν μελόπιτες στα χέρια τους, για να εξευμενίσουν τα ερπετά που συναντούν κατά την κάθοδο τους...».


Η αληθινή μαντική σπηλιά του Τροφώνιου στη Λιβαδειά, δεν έχει ανακαλυφθεί, παρόλο που οι ιερές πηγές αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο και τα ερείπια ενός ναού στέκουν λίγο πιο πέρα. Οι ερευνητές και οι αρχαιολόγοι δεν φαίνονται να γνωρίζουν την αναφορά του Φιλόστρατου που δηλώνει με ακρίβεια ότι «το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει στον λόφο», ούτε την αντίστοιχη αναφορά του Παυσανία που συμφωνεί με αυτήν του Φιλόστρατου
«Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος...» (Ανεβαίνοντας προς τη Ζωοδόχο Πηγή, στον δρόμο μπορείς να ακούσεις νερό να τρέχει μέσα από τους βράχους, υπάρχει ακόμη ένα υπόγειο σύστημα από σπήλαια μέσα στο βουνό).

Ο Φιλόστρατος, επίσης, αναφέρει την ύπαρξη ενός μεγάλου συστήματος σπηλαίων στη Λιβαδειά, και λέει για εκείνους που το επισκέπτονται ότι «η γη τους φέρνει και πάλι στην επιφάνεια, σε μερικές περιπτώσεις εκεί κοντά, αλλά σε άλλες περιπτώσεις πολύ μακριά από εκεί...» (εννοώντας ότι υπάρχουν στοές και ανοίγματα όχι μόνο στην περιοχή αλλά και άλλα που σε βγάζουν πολύ μακριά από εκεί), ένα δίκτυο συνδεόμενων σπηλαίων και μυστικών εσόδων και εξόδων, στοές μεγάλης απόστασης. Μάλιστα, οι αρχαίοι θρύλοι υποστήριζαν ότι όχι μόνο υπήρχαν τέτοιας έκτασης σπηλαιώδεις διάδρομοι, αλλά και ότι οδηγούσαν μέχρι τους Δελφούς, κι αυτή ήταν η μυστική «συγγένεια» των δύο μαντείων.

Ο Δικαίαρχος, ένας από τους αγαπημένους μαθητές του Αριστοτέλη, ένας πολύ φημισμένος ιστορικός κατά την εποχή του, ασχολήθηκε με το ζήτημα. Τα έργα του δεν «διασώθηκαν» μέχρι τις μέρες μας, αλλά υπήρχαν ακόμη και την εποχή του Κικέρωνα (-50), ο οποίος αναφέρει σε μία επιστολή προς τον φίλο του Αττικό:
«Στηρίζομαι στους χάρτες του Δικαίαρχου, ενός συγγραφέα μεγάλου κύρους... Στην περιγραφή του για το σπήλαιο του Τροφώνιου, την οποία βάζει στο στόμα του Χάρωνα, κατηγορεί τους Έλληνες για το γεγονός ότι έμειναν προσκολλημένοι στις σκιές της θάλασσας...»


Έτσι, πληροφορούμαστε έμμεσα από τον Κικέρωνα ότι αυτός ο μεγάλος λόγιος του Λυκείου του Αριστοτέλη είχε συγγράψει μία περιγραφή για το «σπήλαιο του Τροφώνιου», την οποία δεν νομίζω ότι θα έμπαινε στον κόπο να συγγράψει αν δεν υπήρχε κάποιο αξιόλογο σπήλαιο εκεί.


Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι η παράξενη τρύπα της γης που «σε ρουφάει σαν ηλεκτρική σκούπα» (όπως θα περιέγραφε κανείς τις διηγήσεις των αρχαίων για την είσοδο εκεί κάτω, όπου κανείς δεν ξέρει τι συνέβαινε) κι έπειτα σε ξεβράζει πίσω (έπειτα από πολλές ώρες ή και μέρες), δηλαδή το υπόγειο μαντείο του Τροφώνιου, βρίσκεται επάνω στον Προφήτη Ηλία, στον απόκρημνο λόφο. 

Άλλοι μελετητές (με τους οποίους μάλλον συμφωνώ) υποστηρίζουν ότι ο λάκκος όπου κατέβαινε ο επισκέπτης πριν εισχωρήσει στην παράξενη τρύπα, μετατράπηκε σε υπόγειο χριστιανικό ναό της Αγίας Βαρβάρας, και πάνω του χτίστηκε και δεύτερος υπέργειος ναός της Αγίας Σοφίας. 

Εκεί που σήμερα βρίσκεται αυτός ο παράξενος διπλός διώροφος ναός, κατά τη γνώμη μου και όχι μόνο, ήταν ο «λάκκος του Αγαμήδη» (π.χ. βλέπε στον Παυσανία: «θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη»), κι αυτό σημαίνει ότι κάπου εκεί ήταν και η παράξενη τρύπα, η είσοδος του υπόγειου μαντείου. 
Στον υπόγειο ναό της Αγίας Βαρβάρας, το ιερό που έχει χτιστεί έτσι ώστε να φράζει ακριβώς τη δίοδο που οδηγούσε στην τρομακτική τρύπα, φαινόμενο που επαναλαμβάνεται σε εκατοντάδες ναούς της Ελληνικής υπαίθρου, που το ιερό σφραγίζει στοές ή εισόδους σπηλαίων... 

Αυτή η παράξενη είσοδος που βρισκόταν στο έδαφος, μια στενή σκοτεινή τρύπα μπροστά στην οποία καθόσουν στο έδαφος, έβαζες τα πόδια σου μέχρι τα γόνατα μέσα σου, κι εκείνη σε τραβούσε απότομα μέσα, στην λεγόμενη «απαγωγός οπή» (ένας αγωγός που έκανε απαγωγή). 

Χανόσουν από την επιφάνεια της γης, κανείς δεν ήξερε πού πηγαίνεις, εσύ ταξίδευες μέσα στο μαντείο (!), ήταν σαν να πήγαινες σε έναν άλλον κόσμο, έβλεπες οράματα, συναντούσες ερπετά και φαντάσματα, σκιές και οπτασίες, άκουγες φωνές και ιστορίες, διδασκαλίες και Χρησμούς, έλειπες για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα πολλών ωρών και ακόμη και ημερών, ώσπου να σε ξεβράσει έξω η ίδια τρύπα, να σε πετάξει έξω και να εμφανιστεί πρώτα με τα πόδια κι έπειτα με το υπόλοιπο σώμα, ακριβώς όπως σε ρούφηξε, αντίστροφα αυτή τη φορά.

Έβγαινες συγκλονισμένος, δεν θυμόσουν ούτε καν πώς σε λένε, ήσουν σαν χαμένος, ακόμη «έχανες το χαμόγελο και το γέλιο σου», κι έπρεπε να σε περιλάβουν οι ιερείς, να σε πάνε σε έναν ειδικό χώρο για να σε συνεφέρουν. Μόλις ανακτούσες την ομιλία σου και την πρόσφατη μνήμη σου, σε ανέκριναν για να τους διηγηθείς τα πάντα που είδες ή άκουσες εκεί κάτω, όλα αυτά που σου συνέβησαν. 

Κατέγραφαν την εμπειρία σου στο ιερό αρχείο τους, κι έπειτα σε παρέδιδαν στους δικούς σου ανθρώπους, τελικά έβρισκες τον εαυτό σου, κι έπειτα από λίγο καιρό «επανερχόταν το γέλιο σου», πράγμα που σημαίνει ότι τότε βρισκόσουν σε κατάθλιψη ή μελαγχολία. 
Είχες πάρει τον χρησμό που ζητούσες, αλλά απαγορευόταν αυστηρά να μιλήσεις σε οποιονδήποτε άλλον γι' αυτόν, ούτε έπρεπε να διηγηθείς ποτέ σε κανέναν αυτά που σου συνέβησαν στο υπόγειο ταξίδι σου μέσα από εκείνη την τρύπα-ρουφήχτρα. Όποιος παρέβαινε αυτόν τον άγραφο νόμο, πέθαινε με ανεξήγητο τρόπο. Όλα αυτά τα τρομακτικά πράγματα, πάνω-κάτω, τα ήξεραν οι άνθρωποι που επισκέπτονταν το Τροφώνιο, κι όμως χιλιάδες απ' αυτούς πήγαιναν εκεί ανά τους αιώνες - τουλάχιστον από το -500 ως την απαγόρευση λειτουργίας από τον Θεοδόσιο Α' - για να ζητήσουν χρησμό, κι αυτό το γεγονός δείχνει πόσο σημαντική θεωρούνταν η περιπέτεια αυτή και πόσο έγκυροι ήταν οι μελλοντολογικοί χρησμοί που δίνονταν εκεί.

Αυτά που είδαν, άκουσαν και έμαθαν μέσα στο Τροφώνιο οι επισκέπτες, δεν επιτρεπόταν να τα διηγηθούν σε τρίτους. (Ούτε ο Παυσανίας μάς διηγείται τι συνέβη εκεί μέσα στον ίδιο)

Απ' όσο ξέρουμε, στον ιερό νόμο που απαγόρευε να διηγηθεί κανείς την εμπειρία του στους άλλους, υπήρξε τουλάχιστον μία εξαίρεση: ένας Αθηναίος, ο Τίμαρχος, συγκλονισμένος απ' αυτά που του συνέβησαν μέσα στο Τροφώνιο, τα διηγήθηκε όλα λεπτομερώς στους φίλους του, με αποτέλεσμα να πεθάνει ανεξήγητα λίγο αργότερα. Οι φίλοι του αυτοί, μετέφεραν τη διήγηση του Τίμαρχου στον Σωκράτη, κι εκείνος οργίστηκε και τους μάλωσε, λέγοντας τους ότι έπρεπε να είχαν φέρει αμέσως τον Τίμαρχο σ' αυτόν, για να ακούσει από τον ίδιο τη διήγηση των συμβάντων. Ενδιαφερόταν πολύ για το τι συνέβαινε στο Τροφώνιο. Τόσο σπουδαία τα θεώρησε όλα αυτά ο Σωκράτης, ώστε οργίστηκε που δεν μπόρεσε να μιλήσει με τον ίδιο τον Τίμαρχο εξαιτίας αυτής της απερισκεψίας των φίλων του, αλλά μόνο άκουσε τη διήγηση από δεύτερο ή τρίτο χέρι κι έτσι γνώριζε πως κάποιες ίσως σημαντικές λεπτομέρειες είχαν αλλοιωθεί.

Ο Πλούταρχος παραθέτει με πολλές λεπτομέρειες τη διήγηση του Τίμαρχου για την επίσκεψη του στο Τροφώνιο, και, ως αρχιερέας του γειτονικού Μαντείου των Δελφών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατείχε πολλές ειδικές γνώσεις πάνω στο ζήτημα. Η αναφορά του Πλουτάρχου είναι αρκετά σκοτεινή και δυσνόητη, πολύ μεγάλη για να την παραθέσω εδώ, αλλά τα αποσπάσματα που τελικά θα παραθέσω είναι ιδιαιτέρως διαφωτιστικά:

«Κατήλθε στην κρύπτη του Τροφώνιου, αφού πρώτα τέλεσε όλες τις τελετουργίες που συνηθίζοντας στο μαντείο. Έμεινε κάτω από το έδαφος για δύο νύχτες και μία μέρα, οι περισσότεροι είχαν ήδη αφήσει κάθε ελπίδα να τον ξαναδούν, και η οικογένεια του τον θρηνούσε για νεκρό, όταν το πρωί εκείνος βγήκε έξω με λαμπερό παρουσιαστικό. Λάτρευσε τον θεό, και, αμέσως μόλις ξεγλίστρησε από το πλήθος, άρχισε να μας διηγείται τα πολλά θαύματα που είδε και άκουσε εκεί μέσα...».

Το υπόγειο σύστημα πρέπει να ήταν τόσο μεγάλο σε έκταση για να δικαιολογεί την περιπλάνηση κάποιου εκεί μέσα για μέρες ολόκληρες, κι αυτό υποδεικνύει έναν λαβύρινθο από στοές (ίσως και κάποια μέσα για να του δοθεί φαγητό και νερό, ίσως ακόμη και αίθουσες όπου μπορούσε να φιλοξενηθεί).

Ο σοφός Απολλώνιος Τυανέας, λέγεται ότι έμεινε εκεί μέσα για δύο ολόκληρες εβδομάδες (σίγουρα σπάζοντας κάποιο ρεκόρ), όπως αναφέρει ο Φιλόστρατος... 

Ο Πλούταρχος συνεχίζει τη διήγηση του: «Ο Τίμαρχος είπε ότι, στην κάθοδο του στη μαντική κρύπτη, η πρώτη του εμπειρία ήταν αυτή της πτήσης σε απόλυτο σκοτάδι, κι έπειτα από μια προσευχή, έμεινε να κείτεται για πολύ ώρα χωρίς να έχει συνείδηση για το αν ήταν ξυπνητός ή αν ονειρευόταν. Παρ' όλα αυτά, την ίδια ώρα τού φάνηκε ότι άκουσε έναν κρότο και ότι χτύπησε στο κεφάλι, και ότι χτύπησε στο κεφάλι, και ότι οι ραφές του κρανίου του χωρίστηκαν και απελευθέρωσαν την ψυχή του...»

Έπειτα είχε μια πολύ μεγάλη και πολύπλοκη μυστικιστική εμπειρία, βλέπονται οράματα που χρειάζονται πολλές σελίδες για να περιγραφούν, και όταν έπειτα από απροσδιόριστο χρονικό διάστημα αναδύθηκε από τα οράματα, άκουσε μια φωνή στο σκοτάδι (ένας ιερέας; κάποια οντότητα;) να του μιλά:
«Τίμαρχε, τι θέλεις να σου εξηγήσω;» 

«Τα πάντα», απάντησε εκείνος, «γιατί, τι υπάρχει εδώ κάτω που να μην είναι θαυμαστό;» 
«Όχι», είπε η φωνή, «στα υψηλότερα πεδία εμείς οι άλλοι λαμβάνουμε ελάχιστο μέρος, διότι ανήκουν στους θεούς. Αλλά, μπορείς αν θέλεις να ρωτήσεις για το πεδίο της Περσεφόνης, που διοικείται από εμάς, είναι μια από τις τέσσερις χώρες, και σημαδεύεται από την πορεία της Στυγός...» 
«Τι είναι η Στύγα;» ρώτησε εκείνος. 
«Είναι το μονοπάτι που οδηγεί στον Κάτω Κόσμο, στον Άδη», ήρθε η απάντηση, «περνά δίπλα σου απ' εδώ... εκτείνεται προς τα πάνω, όπως βλέπεις, ερχόμενη από τον Άδη από κάτω μας. Καθώς η Στύγα πλησιάζει, οι ψυχές φωνάζουν από τρόμο, γιατί πολλοί είναι εκείνοι που γλιστρούν και μεταφέρονται μακριά από τον Άδη...» 
«Μα, δεν βλέπω τίποτε», είπε ο Τίμαρχος, «μονάχα βλέπω πολλά άστρα να τρεμοφέγγουν πάνω από την Άβυσσο, άλλα να βυθίζονται μέσα σ' αυτήν, και άλλα να εξακοντίζονται από εκεί κάτω προς τα πάνω...» 
«Τότε», αποκρίθηκε η φωνή, «χωρίς να το συνειδητοποιείς βλέπεις τους δαίμονες...»
«Όταν ο Τίμαρχος θέλησε να αντικρίσει τον ομιλούντα, (η φωνή ακουγόταν από πίσω του), δεν μπορούσε να γυρίσει το κεφάλι του (είχε πάθει κάτι σαν αγκύλωση). Έπειτα ένιωσε πάλι έναν οξύ πόνο στο κεφάλι, σαν να το πίεζε μια δύναμη μεγάλη για να το συμπιέσει, κι έχασε κάθε συνείδηση και αίσθηση του τι συνέβαινε. Όταν αργότερα συνήλθε, βρήκε τον εαυτό του στην είσοδο του μαντείου, εκείνη που τον είχε τραβήξει κάτω εκεί... 

Όταν αργότερα ήρθε στην Αθήνα, και πέθανε στον τρίτο μήνα, όπως το είχε προφητέψει το μαντείο, θαυμάσαμε και είπαμε στον Σωκράτη όλη την ιστορία...»

Ο Πλούταρχος, λοιπόν, στο έργο του Περί του Σωκράτους Δαιμονίου (590Β) καταγράφει ένα μέρος της διδασκαλίας που εκπέμπεται από τη θεία φωνή προς τον Τίμαρχο. 

Να ένα απόσπασμα του διδακτικού χρησμού που δίδεται στον Τίμαρχο:
«Η ανθρώπινη Ψυχή προήλθε από τον θείο Νου. Ένα μέρος της, καθώς αναμιγνύεται με τα πάθη της ύλης, αλλοιώνεται, αλλά ένα άλλο θαυμάσιο μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό. Το μέρος εκείνο που βρίσκεται στο υποβρύχιο σώμα ονομάζεται Ψυχή. Ενώ, γι' αυτό που δεν αλλοιώνεται, οι πολλοί, βλέποντάς το ως ανταύγεια επί εσόπτρου, πιστεύουν ότι βρίσκεται μέσα τους. Όσοι όμως διαισθάνονται σωστά, γνωρίζουν ότι αυτό βρίσκεται έξω από αυτούς, και το αποκαλούν Δαίμονα...»


Ο Παυσανίας διηγείται τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύφθηκε η τρύπα του Τροφώνιου Μαντείου. Ένα μεγάλο σμήνος από άγριες μέλισσες εμφανίστηκε στη Λιβαδειά, κάποιοι το ακολούθησαν ως την τεράστια κυψέλη του κάτω από τη γη, κι αυτό τους οδήγησε στην ανακάλυψη του Μαντείου (που σημαίνει ότι κάτι «έπαθαν» εκεί). 

Γι' αυτόν τον λόγο ο Τροφώνιος συχνά απεικονίζεται να κρατά μία κυψέλη μελισσών. Αυτή η διήγηση της ανακάλυψης μοιάζει αλληγορική, ο Παυσανίας μιλάει σε κώδικα το ίδιο και όλοι οι άλλοι που το διηγούνται αυτό ως δοξασία, αφού η «κυψέλη κάτω από τη γη» υπονοεί το υπόγειο δίκτυο στοών που κρύβεται στο Τροφώνιο.
Οι μέλισσες, επίσης, ως σύμβολο συνδεόταν με τους Δελφούς, και το σμήνος που ακολουθείται ως το Μαντείο του Τροφώνιου υπονοεί την εντολή του Μαντείου των Δελφών για να ιδρυθεί ένας τόπος λατρείας του Τροφώνιου στη Λιβαδειά...
Ή γνώση του μέλλοντος είτε δινόταν από ιερείς που έπαιζαν τον ρόλο των θείων δαιμόνων, των πνευματικών μεσολαβητών ανάμεσα στους ανθρώπους και τους Θεούς, είτε δινόταν από αληθινούς δαίμονες που έμοιαζαν σαν άστρα μέσα σε μια υπόγεια νύχτα, στον ουρανό της Αβύσσου, όπως διηγείται και ο Τίμαρχος…


Συγγραφέας: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗΣ - Πηγή  © Περιοδικό Strange (τεύχος 62) - http://www.ekivolos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου