Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

ΠΕΡΙ ΕΙΣ ΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΚΑΘΟΔΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Ο Πλωτίνος ολοκληρώνει την άποψή του όσον αφορά την κάθοδο της ψυχής, στην όγδοη πραγματεία του έργου του με τίτλο «ΠΕΡΙ ΕΙΣ ΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΚΑΘΟΔΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ». Στην αρχή της πραγματείας αυτής, παραθέτει μια πνευματικής φύσεως προσωπική του εμπειρία, ένα βίωμα που συνέλαβε διαμέσου ενατενίσεως. Αυτό παραπέμπει στο γεγονός πως ένα μεγάλο μέρος του έργου του προέρχεται και βασίζεται σε τέτοιου είδους προσωπικές του εμπειρίες. 
Στην πραγματεία αυτή, λοιπόν, ο Πλωτίνος θίγει την τιμωρία που υφίσταται η ψυχή στρεφόμενη προς τα κάτω, προς το μερισμό. Εκθέτει την άποψή του αυτή παραθέτοντας πλήθος από απόψεις προγενέστερών του φιλοσόφων, θέλοντας να της δώσει ίσως με αυτόν τον τρόπο κύρος ή πιστοποίηση. Είναι ίσως το ποιητικότερο σημείο όλης της Τέταρτης Εννεάδας.
Παραμένοντας στη θεώρηση του Πλάτωνα, την αναλύει όντας σε συνταύτιση με αυτή. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα οι επιμέρους ψυχές, όταν εισέρχονται στον εδώ κόσμο παρασύρονται σε ένα είδος πτώσης και καταλήγουν να είναι μέρη και να ανήκουν στον εαυτό τους αποχωριζόμενες από το όλον. Όταν κάποια ψυχή παραμείνει για πολύ καιρό στη χωριστότητα, χάνει την επικοινωνία της με τον νου, σταματά να βλέπει προς αυτόν, εγκαταλείπει το όλον, και επικεντρώνεται στο να διοικεί το επιμέρους με δυσκολία πια. Έτσι σταδιακά φτάνει στο να το υπηρετεί, βυθιζόμενη σε μεγάλο βαθμό στα βάθη του επιμέρους πράγματος. Αυτό είναι το λεγόμενο «πτερορρόημα» κατά τον Πλάτωνα, φτάνει δηλ. στην κατάσταση να γίνει δέσμια του σώματος, χάνοντας λόγω των σφαλμάτων της το προνόμιο να διατηρείται αβλαβής. Περιοριζόμενη κατ' αυτόν τον τρόπο από τα δεσμά, λειτουργεί διαμέσου των αισθήσεων αφού εμποδίζεται πια να ενεργεί με τον νου. Θάφτηκε και είναι μέσα στο «σπήλαιο». Παρά το πάθημά της, λόγω του ότι διατηρεί εν δυνάμει μέσα της το υπερβατικό στοιχείο, κάποια στιγμή ξαναστρέφεται προς τη νόηση, ελευθερώνεται από τη φυλακή της και ανέρχεται. Μετά την πτώση τους οι ψυχές, γίνονται «αμφίβιες», λέει ο Πλάτωνας, όντας αναγκασμένες να ζουν διαδοχικά μια στην ζωή του νοητού και μια στην εδώ ζωή.
Στη συνέχεια ο Πλωτίνος εξετάζει το γεγονός της καθόδου, λέγοντας ότι ναι μεν ο χαρακτήρας της καθόδου μπορεί να είναι εκούσιος, δηλαδή με τη θέλησή της η ψυχή να εισέρχεται στον αισθητό κόσμο και να υπόκειται σε πτώση, αλλά ταυτόχρονα είναι και ακούσιος λόγω του ότι μέσα της εν δυνάμει υπάρχουν οι ικανότητες να διοικήσει κάτι κατώτερο από αυτήν και να παράγει έργο, να δημιουργήσει. Αυτό σημαίνει ότι εάν η ψυχή παραμείνει για πάντα στην ηρεμία του ασώματου κόσμου, τότε ποτέ δεν θα ενεργοποιήσει τις δυνάμεις τις οποίες κατέχει και επιπλέον ούτε και η ίδια θα γνωρίζει ότι τις διαθέτει από τη στιγμή που δεν θα εκδηλώνονταν ποτέ ούτε θα αναπτύσσονταν. Από τη στιγμή όμως που αυτές οι δυνάμεις βρίσκονται μέσα στην ίδια τη φύση της ψυχής, είτε η επερχόμενη δράση τους είναι παθητική (ακούσια) είτε ενεργητική (εκούσια), γίνεται αναπόφευκτη λόγω της αιώνιας αναγκαιότητας του φυσικού νόμου. Αν λοιπόν, σύμφωνα με τον Πλωτίνο, κοιτάξουμε το θέμα αυτό από την συγκεκριμένη οπτική γωνία, θα δούμε πως η ψυχή δεν διαπράττει κάποιο είδος σφάλματος, αλλά πορεύεται σύμφωνα με τα όσα ο δημιουργός (θεός) της προσέδωσε από τη στιγμή της εκπόρευσής της.
Εάν από την άλλη πλευρά όμως πρόκειται για κακή χρήση των δυνατοτήτων της, από μέρους της ψυχής, τότε σ' αυτήν την περίπτωση όντως υφίσταται σφάλμα. Το σφάλμα μπορεί να είναι διπλής φύσεως, είτε δηλαδή οφείλεται στις αιτίες της καθόδου, είτε στις κακές πράξεις της ψυχής όταν βρεθεί στον εδώ κόσμο. Τότε δια της θείας θεσπίσεως του νόμου της δικαιοσύνης, η ψυχή τιμωρείται. Στην πρώτη περίπτωση η τιμωρία είναι αυτό ακριβώς που γνωρίζει με την κάθοδό της. Στην δεύτερη περίπτωση είναι η είσοδός της και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρόνο, χωρίς ανάπαυλα, σε άλλα σώματα ανάλογα με την κρίση που της αξίζει. Ενώ αν η ψυχή επιδείξει ατελείωτο είδος κακίας κρίνεται άξια ακόμα μεγαλύτερης τιμωρίας, υπό την επιστασία «τιμωρών πνευμάτων».
Η ψυχή λοιπόν, όπως μας περιγράφει ο Πλωτίνος, αν και είναι θεϊκή και προέρχεται από τον θείο νου, εισέρχεται στο σώμα, ερχόμενη στον αισθητό κόσμο με μιαν αυτόματη ροπή. Σαν ένας μικρός θεός («έσχατης τάξεως θεός»), με τη δική της δύναμη, κοσμεί αυτό που έρχεται μετά από την ίδια (το κατώτερό της). Και αν φύγει σύντομα από την κατάσταση αυτή, δεν βλάπτεται καθόλου, αναχωρεί έχοντας αποκομίσει συνάμα τη γνώση του κακού και γνωρίζοντας τη φύση της κακίας, φέρνοντας σε εκδήλωση τις δυνάμεις της και παρουσιάζοντας τα έργα και τις δημιουργίες της.
Ιωαννα Μαρκουιζου, αρθρογράφος του περιοδικού Υπατία (απόσπασμα)
http://platonakademy.blogspot.gr/


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου